Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, των σχολικών μονάδων και τελικά των εκπαιδευτικών είναι πάντα ένα επίκαιρο ζήτημα, ένα ζήτημα που προκαλεί άγχος, διαφωνίες ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και, βεβαίως, συνδικαλιστικές κινητοποιήσεις. Είναι ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα της επιστήμης της Παιδαγωγικής και, όπως σε όλες τις επιστήμες, έτσι και εδώ, δεν υπάρχει μία σωστή προσέγγιση ή άποψη, αλλά πολλές, η κάθε μία με τη δική της επιστημολογική αλλά και ιδεολογική και πολιτική ιστορία. Χρειάζεται απόσταση και ψυχραιμία, πράγματα δύσκολα όταν εμπλεκόμαστε προσωπικά. Τούτο εδώ το σημείωμα καταθέτει μερικές σκέψεις προς την κατεύθυνση μιας, όσο το δυνατόν, «αντικειμενικής» αντιμετώπισης του ζητήματος.
Η αξιολόγηση ως έννοια είναι σύμφυτη με τις έννοιες της εκπαίδευσης, της παιδείας, του πολιτισμού, της κριτικής, της γνώσης. Όλες οι διαδικασίες δηλαδή που προϋποθέτουν κάποια μετάδοση ή μετάγγιση γνώσης και πρακτικής μέσα στο πλαίσιο της κοινωνίας και της κουλτούρας ενσωματώνουν το στοιχείο της αξιολόγησης ως προς το περιεχόμενο (τι είναι αυτό που μεταδίδεται;), ως προς τη διαδικασία (μεταδίδεται με αποτελεσματικό τρόπο;), ως προς την πρόσληψη (προσλήφθηκε από τους δέκτες;). Το σχολείο είναι ο πιο κεντρικός κοινωνικός θεσμός μετάδοσης γνώσης και πολιτισμικών πρακτικών. Ακόμη και εάν δεν υπήρχαν καθόλου βαθμοί και εξετάσεις, όπως μας έχει δείξει ο Pierre Bourdieu, η κοινωνία βρίσκει πάντα τρόπους να θεσμοθετεί διακρίσεις συνεχώς και ακαταπαύστως. Άρα το ερώτημα εάν είμαστε υπέρ ή κατά της αξιολόγησης είναι ένα ερώτημα χωρίς καμία ουσία.
Το πραγματικό ερώτημα είναι επομένως ο τρόπος, η διαδικασία αξιολόγησης. Εδώ υπεισέρχεται ο παράγοντας του ιστορικού τραύματος. Ποια είναι η σχέση της ελληνικής κοινωνίας με την αξιολόγηση των δημοσίων δομών και των δημοσίων υπαλλήλων; Πάρα πολύ κακή δυστυχώς. Να θυμηθούμε τη λεηλασία του κράτους από τα κόμματα και τις κυβερνήσεις; Την απόλυση προπολεμικά των δημοσίων υπαλλήλων μόλις ανέβαινε μια νέα κυβέρνηση; Την μεταπολεμική/μετεμφυλιακή διάκριση των πολιτών σε πολίτες δύο κατηγοριών και τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων; Την απόλυτη υποταγή σε μια ιεραρχία όπου κανένας κρίκος της δεν αξιολογούνταν ποτέ και στην κορυφή της υπήρχε ο υπουργός, ο πολιτευτής και ο κομματάρχης; Την αυθαιρεσία του επιθεωρητή ο οποίος έμπαινε αιφνιδιαστικά στις τάξεις και τελικά έκρινε με βάση μόνο το πολιτικό φρόνημα; Μπορεί να φαίνονται μακριά όλες αυτές οι τραυματικές εμπειρίες αλλά είναι ριζωμένες στην ελληνική κοινωνία και μεταδίδονται διαγενεακά. Καταλήγουν σε μια γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης απέναντι σε κάθε διαδικασία αξιολόγησης και κυρίως απέναντι στα πρόσωπα που διεκπεραιώνουν κάθε φορά τη διαδικασία.
Στην εκπαίδευση η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να ειδωθεί ανεξάρτητα από άλλες παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος που δεν λύνονται: Οι εκπαιδευτικοί, ειδικά στη Δευτεροβάθμια, διδάσκουν αυτά που έχουν σπουδάσει; Οι φιλόλογοι (ΠΕ02) λ.χ. προέρχονται από πολλά διαφορετικά Τμήματα με πλήθος ειδικότητες ενώ όλοι καταλήγουν να διδάσκουν αδιαφοροποίητα τα ίδια μαθήματα. Η μεγάλη χρονική απόσταση από το πτυχίο έως τον διορισμό τι συνέπειες έχει για την επιστημονική και παιδαγωγική διαμόρφωση και εγρήγορση του εκπαιδευτικού όταν επιτέλους διορίζεται; Ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα είναι η σύνδεση αξιολόγησης και επιμόρφωσης. Πώς γίνεται να αξιολογούνται εκπαιδευτικοί που δεν έχουν επιμορφωθεί ποτέ διότι δεν προσφέρεται επιμόρφωση ή, όταν προσφέρεται, δεν είναι υποχρεωτική; Τέλος ποιες είναι οι συνέπειες της καλής ή κακής αξιολόγησης; Καμιά πειστική απάντηση δεν έχει δοθεί σε όλα αυτά τα ερωτήματα τα οποία ταλανίζουν την εκπαιδευτική κοινότητα εδώ και χρόνια.
Για να πετύχει μια διαδικασία αξιολόγησης χρειάζεται πρώτα πρώτα να θέσει σωστά τις βάσεις και να πείσει για την επιστημονικότητα και την αξιοπιστία της. Αυτή είναι η ευθύνη της ηγεσίας της εκπαίδευσης. Οπωσδήποτε δύσκολο σε εποχές γενικευμένης καχυποψίας και εργασιακής ανασφάλειας. Ευθύνη του καθενός και της καθεμίας μας είναι να σκεφτούμε πάνω στην ίδια την ουσία της αξιολόγησης και να επανεξετάσουμε τη μία ή την άλλη στάση μας με παιδαγωγικά και ιστορικά κριτήρια.